Γερμανικά » Αγγλικά

Μεταφράσεις για „zugemüllt“ στο λεξικό Γερμανικά » Αγγλικά (Μετάβαση προς Αγγλικά » Γερμανικά)

zu|mül·len ΡΉΜΑ μεταβ μειωτ οικ

1. zumüllen (mit zu viel Müll versehen):

3. zumüllen (zu viel reden):

jdn mit etw δοτ zumüllen

Παραδείγματα από το λεξικό PONS (ελεγχόμενα από το λεξικογραφικό τμήμα)

mein Postfach ist mit Spam zugemüllt

Μονόγλωσσα παραδείγματα (μη ελεγχόμενα από το λεξικογραφικό τμήμα)

Γερμανικά
Das Büro war mit Haufen von Bekleidung zugemüllt, zwischen denen sich ungeöffnete Post befand.
de.wikipedia.org

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Български | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Português | Русский | Slovenščina | Srpski | Türkçe | 中文