Γερμανικά » Αγγλικά

Μεταφράσεις για „hochkönnen“ στο λεξικό Γερμανικά » Αγγλικά (Μετάβαση προς Αγγλικά » Γερμανικά)

hoch|kön·nen ΡΉΜΑ αμετάβ ανώμ οικ

1. hochkönnen (aufstehen können):

2. hochkönnen (hochklettern können):

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Αναζητήστε "hochkönnen" σε άλλες γλώσσες

"hochkönnen" στα μονόγλωσσα Γερμανικά λεξικά


Σελίδα στα Deutsch | Български | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Português | Русский | Slovenščina | Srpski | Türkçe | 中文