Γερμανικά » Αγγλικά

Μεταφράσεις για „Putzfimmel“ στο λεξικό Γερμανικά » Αγγλικά (Μετάβαση προς Αγγλικά » Γερμανικά)

Putz·fim·mel ΟΥΣ αρσ μειωτ οικ

einen Putzfimmel haben
einen Putzfimmel haben
to be cleaning mad οικ

Παραδείγματα από το λεξικό PONS (ελεγχόμενα από το λεξικογραφικό τμήμα)

einen Putzfimmel haben
to be cleaning mad οικ

Μονόγλωσσα παραδείγματα (μη ελεγχόμενα από το λεξικογραφικό τμήμα)

Γερμανικά
Sie hat einen zwanghaften Reinlichkeits-, Ordnungs- und Putzfimmel und ist oft übertrieben ehrgeizig.
de.wikipedia.org

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

"Putzfimmel" στα μονόγλωσσα Γερμανικά λεξικά


Σελίδα στα Deutsch | Български | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Português | Русский | Slovenščina | Srpski | Türkçe | 中文