Γαλλικά » Γερμανικά
Βλέπετε αποτελέσματα που γράφονται παρόμοια: éditorialiste , italianisme και italianiser

italianiser [italjanize] ΡΉΜΑ μεταβ a. ΓΛΩΣΣ

éditorialiste [editɔʀjalist] ΟΥΣ αρσ θηλ

Leitartikler(in) αρσ (θηλ)
italianisme αρσ ΓΛΩΣΣ ειδικ ορολ
Italianismus αρσ ειδικ ορολ

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Български | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Português | Русский | Slovenščina