Γαλλικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „totzuschlagen“ στο λεξικό Γαλλικά » Γερμανικά

(Μετάβαση προς Γερμανικά » Γαλλικά)
Βλέπετε αποτελέσματα που γράφονται παρόμοια: bouclage

bouclage [buklaʒ] ΟΥΣ αρσ

1. bouclage οικ (action d'enfermer):

Einschließen ουδ

2. bouclage ΠΟΛΙΤ, ΣΤΡΑΤ:

Abriegelung θηλ

3. bouclage ΔΗΜΟΣΙΟΓΡ:

Μονόγλωσσα παραδείγματα (μη ελεγχόμενα από το λεξικογραφικό τμήμα)

Γαλλικά
Il peut appliquer des techniques particulières comme la mise en plis, le brushing, le bouclage au fer, utiliser le lisseur pour lisser les cheveux ou faire une permanente.
fr.wikipedia.org

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Αναζήτηση στο λεξικό

Γαλλικά

Σελίδα στα Deutsch | Български | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Português | Русский | Slovenščina