Γαλλικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „s'alanguir“ στο λεξικό Γαλλικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Γαλλικά)

I . alanguir [alɑ͂giʀ] ΡΉΜΑ μεταβ τυπικ

1. alanguir (affaiblir):

ermatten τυπικ

2. alanguir (amollir):

II . alanguir [alɑ͂giʀ] ΡΉΜΑ αυτοπ ρήμα

s'alanguir (moralement)
s'alanguir (physiquement)

Μονόγλωσσα παραδείγματα (μη ελεγχόμενα από το λεξικογραφικό τμήμα)

Γαλλικά
Dès le milieu du siècle, il est mal vu de s'alanguir et les pratiques sportives se diffusent.
fr.wikipedia.org

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Български | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Português | Русский | Slovenščina