Γαλλικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „radicaliser“ στο λεξικό Γαλλικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Γαλλικά)

I . radicaliser [ʀadikalize] ΡΉΜΑ μεταβ

radicaliser (conflit)
radicaliser (position)
radicaliser (opinion, théorie)

II . radicaliser [ʀadikalize] ΡΉΜΑ αυτοπ ρήμα

Παραδειγματικές φράσεις με radicaliser

se radicaliser position:
se radicaliser (en prison)

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Αναζητήστε "radicaliser" σε άλλες γλώσσες


Σελίδα στα Deutsch | Български | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Português | Русский | Slovenščina