Γαλλικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „possessoire“ στο λεξικό Γαλλικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Γαλλικά)

possessoire [pɔsɛswaʀ] ΕΠΊΘ ΝΟΜ

Παραδειγματικές φράσεις με possessoire

constitut possessoire ΝΟΜ
action possessoire/principale
Besitz-/Hauptklage

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Български | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Português | Русский | Slovenščina