Γαλλικά » Γερμανικά
Βλέπετε αποτελέσματα που γράφονται παρόμοια: byzantinisme , latiniste και byzantin

byzantinisme [bizɑ͂tinism] ΟΥΣ αρσ

byzantin(e) [bizɑ͂tɛ͂, in] ΕΠΊΘ

latiniste [latinist] ΟΥΣ αρσ θηλ

1. latiniste (étudiant, élève):

Lateiner(in) αρσ (θηλ)
Lateinschüler(in) αρσ (θηλ)

2. latiniste (spécialiste):

Latinist(in) αρσ (θηλ)

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Αναζήτηση στο λεξικό

Γαλλικά

Σελίδα στα Deutsch | Български | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Português | Русский | Slovenščina