Αγγλικά » Σλοβενικά
Βλέπετε αποτελέσματα που γράφονται παρόμοια: agonize και agony

ago·ny [ˈægəni] ΟΥΣ

1. agony no πλ (pain):

agonija θηλ

ago·nize [ˈægənaɪz] ΡΉΜΑ αμετάβ to agonize about [or over] sth

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Αναζήτηση στο λεξικό

Αγγλικά

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский | Slovenščina