Αγγλικά » Σλοβενικά
Βλέπετε αποτελέσματα που γράφονται παρόμοια: veteran , veer και venom

ven·om [ˈvenəm] ΟΥΣ no πλ

1. venom (toxin):

strup αρσ

2. venom μτφ (viciousness):

strup αρσ
strupenost θηλ
zlobnost θηλ

I . vet·er·an [ˈvetərən] ΟΥΣ

veteran(ka) αρσ (θηλ)

II . vet·er·an [ˈvetərən] ΕΠΊΘ προσδιορ

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Αναζήτηση στο λεξικό

Αγγλικά

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский | Slovenščina