Αγγλικά » Σλοβενικά
Βλέπετε αποτελέσματα που γράφονται παρόμοια: divinity , chauvinistic και vicinity

di·vin·ity [dɪˈvɪnəti] ΟΥΣ

1. divinity no πλ (godliness):

božanskost θηλ

2. divinity (god):

chau·vin·is·tic [ˌʃəʊvɪˈnɪstɪk] ΕΠΊΘ μειωτ

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский | Slovenščina