Αγγλικά » Σλοβενικά

I . multi·ple [ˈmʌltipl̩] ΕΠΊΘ προσδιορ

II . multi·ple [ˈmʌltipl̩] ΟΥΣ

1. multiple (number):

večkratnik αρσ
to count in multiples of 10

2. multiple (shop with many branches):

veriga θηλ trgovin
multiple access μορφ στοιχ

Παραδειγματικές φράσεις με multiples

to count in multiples of 10

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Αναζητήστε "multiples" σε άλλες γλώσσες


Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский | Slovenščina