Αγγλικά » Σλοβενικά
Βλέπετε αποτελέσματα που γράφονται παρόμοια: lethal , lethargic και lethargy

le·thal [ˈli:θəl] ΕΠΊΘ (causing death)

leth·ar·gy [ˈleθəʤi] ΟΥΣ no πλ

2. lethargy ΙΑΤΡ:

letargija θηλ

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский | Slovenščina