Αγγλικά » Σλοβενικά

dick [dɪk] ΟΥΣ

1. dick προσβλ (stupid man):

dick
butec αρσ

2. dick αμερικ μειωτ αργκ (detective):

dick
vohljač αρσ

3. dick vulg (penis):

dick
kurec αρσ

4. dick αργκ:

αμερικ καναδ dick all

ˈclev·er clogs <-> ΟΥΣ βρετ, ˈclev·er dick ΟΥΣ βρετ μειωτ

pametnjakovič(ka) αρσ (θηλ)

Παραδειγματικές φράσεις με dick

αμερικ καναδ dick all

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский | Slovenščina