Αγγλικά » Σλοβενικά

tom [tɒm] ΟΥΣ

samec αρσ
tom (cat)
maček αρσ
tom (cat)
muc αρσ

tom-tom [ˈtɒmtɒm] ΟΥΣ (tall narrow drum)

tom-tom αρσ

I . peep·ing ˈTom ΟΥΣ

voajer αρσ

II . peep·ing ˈTom ΕΠΊΘ προσδιορ

peeping Tom (photographer, journalist):

Παραδειγματικές φράσεις με Tom's

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский | Slovenščina