Βλέπετε αποτελέσματα που γράφονται παρόμοια:

propriu στο Oxford Spanish Dictionary

Μεταφράσεις για propriu στο λεξικό Αγγλικά»Ισπανικά

propel <μετ ενεστ propelling; παρελθ, μετ παρακειμ propelled> [αμερικ prəˈpɛl, βρετ prəˈpɛl] ΡΉΜΑ μεταβ

1. proper (correct) προσδιορ, no συγκρ:

propriu στο λεξικό PONS

Μεταφράσεις για propriu στο λεξικό Αγγλικά»Ισπανικά

Αμερικανικά Αγγλικά

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Português | Русский | Slovenščina | Srpski | 中文