Αγγλικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „weigh into“ στο λεξικό Αγγλικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Αγγλικά)

weigh into ΡΉΜΑ αμετάβ

1. weigh into (join in):

sich αιτ an etw δοτ beteiligen

2. weigh into also μτφ (attack):

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Български | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Português | Русский | Slovenščina | Srpski | Türkçe | 中文