Αγγλικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „swindle“ στο λεξικό Αγγλικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Αγγλικά)

II . swin·dle [ˈswɪndl̩] ΟΥΣ

Παραδείγματα από το λεξικό PONS (ελεγχόμενα από το λεξικογραφικό τμήμα)

to swindle sb out of sth [or sth from sb]

Παραδείγματα από το διαδίκτυο (μη ελεγχόμενα από το λεξικογραφικό τμήμα)

2008-12-05 :

Akiko Hinagata swindles in daytime series Actor in:

Oooku ~ Daiishou

www.j-dorama.de

05.12.2008 :

Akiko Hinagata betrügt in Tagesdrama Darsteller in:

Oooku ~ Daiishou

www.j-dorama.de

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Български | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Português | Русский | Slovenščina | Srpski | Türkçe | 中文