Αγγλικά » Γερμανικά

ˈpe·ri·od piece ΟΥΣ

2. period piece (antique):

period piece ΚΙΝΗΜ, ΘΈΑΤ, ΛΟΓΟΤ
period piece ΛΟΓΟΤ, ΘΈΑΤ
Zeitstück ουδ

Παραδείγματα από το διαδίκτυο (μη ελεγχόμενα από το λεξικογραφικό τμήμα)

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Αναζητήστε "period piece" σε άλλες γλώσσες


Σελίδα στα Deutsch | Български | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Português | Русский | Slovenščina | Srpski | Türkçe | 中文