Αγγλικά » Γερμανικά

gla·céed [αμερικ glæsˈeɪd] ΕΠΊΘ προσδιορ, αμετάβλ αμερικ (glacé)

glacéed
glacéed fruit

gla·[ˈglæseɪ, αμερικ glæsˈeɪ] ΕΠΊΘ προσδιορ, αμετάβλ

1. glacé fruit, peel:

2. glacé ΜΌΔΑ (with a glossy surface):

Glacé αρσ

Παραδείγματα από το λεξικό PONS (ελεγχόμενα από το λεξικογραφικό τμήμα)

glacéed fruit

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Български | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Português | Русский | Slovenščina | Srpski | Türkçe | 中文