Αγγλικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „demivolt“ στο λεξικό Αγγλικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Αγγλικά)

demi·volt(e) [ˈdemivɒlt, αμερικ -vɑ:lt] ΟΥΣ ΑΘΛ

demivolt(e)
to perform a demivolt

Παραδείγματα από το λεξικό PONS (ελεγχόμενα από το λεξικογραφικό τμήμα)

to perform a demivolt

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Български | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Português | Русский | Slovenščina | Srpski | Türkçe | 中文