absorption [βρετ əbˈzɔːpʃ(ə)n, əbˈsɔːpʃ(ə)n, αμερικ əbˈzɔrpʃ(ə)n, əbˈsɔrpʃ(ə)n] ΟΥΣ
1. absorption (of nutrients, liquid, minerals):
- absorption κυριολ
- absorption θηλ
3. absorption (of shock, impact):
- amortissement αρσ
Εδώ μπορείτε να σημειώσετε βελτιωτικές προτάσεις ή σχόλια σχετικά με λάθη σε αυτό το λήμμα:
Πώς μπορώ να μεταφέρω τις μεταφράσεις στον προπονητή λεξιλογίου;
Έχετε υπόψη ότι τα λήμματα σε αυτήν τη λίστα λεξιλογίου διατίθενται μόνο σε αυτό τον περιηγητή. Μόλις τα περάσετε όμως στον προπονητή λεξιλογίου, θα μπορείτε να τα καλέσετε από παντού.