lunghi στο λεξικό PONS

Μεταφράσεις για lunghi στο λεξικό Ιταλικά»Ισπανικά (Μετάβαση προς Ισπανικά»Ιταλικά)

lungo ΠΡΌΘ

I.lungo <mpl -ghi> ΕΠΊΘ lunga

1. lungo:

largo, -a
a lungo fig

II.lungo ΟΥΣ

Κι άλλες μεταφράσεις και εκφράσεις με τη λέξη που αναζητήσατε.
ha i capelli lunghi

Μεταφράσεις για lunghi στο λεξικό Ισπανικά»Ιταλικά (Μετάβαση προς Ιταλικά»Ισπανικά)

Κι άλλες μεταφράσεις και εκφράσεις με τη λέξη που αναζητήσατε.
lungo, -a

lunghi Παραδείγματα από το λεξικό PONS (ελεγχόμενα από το λεξικογραφικό τμήμα)

ha i capelli lunghi

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski