finiti στο Ιταλικό λεξικό Oxford-Paravia

Μεταφράσεις για finiti στο λεξικό Ιταλικά»Αγγλικά (Μετάβαση προς Αγγλικά»Ιταλικά)

I.finito [fiˈnito] ΡΉΜΑ μετ παρακειμ

finito → finire

1. finito (terminato):

through οικ
è finita!
the jig is up! αμερικ οικ

Βλέπε και: finire1, finire2

1. finire (terminare):

1. finire βοηθ ρήμα essere, avere (concludersi):

to take forever οικ

4. finire βοηθ ρήμα essere (sparire, concludersi) οικ:

7. finire [βοηθ ρήμα essere ]:

1. finire (terminare):

1. finire βοηθ ρήμα essere, avere (concludersi):

to take forever οικ

4. finire βοηθ ρήμα essere (sparire, concludersi) οικ:

7. finire [βοηθ ρήμα essere ]:

Μεταφράσεις για finiti στο λεξικό Αγγλικά»Ιταλικά (Μετάβαση προς Ιταλικά»Αγγλικά)

Κι άλλες μεταφράσεις και εκφράσεις με τη λέξη που αναζητήσατε.
finite ΜΑΘ, ΦΙΛΟΣ, ΓΛΩΣΣ

finiti στο λεξικό PONS

Μεταφράσεις για finiti στο λεξικό Ιταλικά»Αγγλικά (Μετάβαση προς Αγγλικά»Ιταλικά)

I.finire <finisco> [fi·ˈni:·re] ΡΉΜΑ μεταβ +avere

II.finire <finisco> [fi·ˈni:·re] ΡΉΜΑ αμετάβ +essere

Μεταφράσεις για finiti στο λεξικό Αγγλικά»Ιταλικά (Μετάβαση προς Ιταλικά»Αγγλικά)

Κι άλλες μεταφράσεις και εκφράσεις με τη λέξη που αναζητήσατε.
finito, -a
prodotti finiti
finito, -a

finiti Παραδείγματα από το λεξικό PONS (ελεγχόμενα από το λεξικογραφικό τμήμα)

cadere [o finire] nelle -ie di qu μτφ οικ
to be off at 5:00 p.m.

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Български | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Português | Русский | Slovenščina | Srpski