addossarsi στο Ιταλικό λεξικό Oxford-Paravia

Μεταφράσεις για addossarsi στο λεξικό Ιταλικά»Αγγλικά (Μετάβαση προς Αγγλικά»Ιταλικά)

Κι άλλες μεταφράσεις και εκφράσεις με τη λέξη που αναζητήσατε.
accollarsi or addossarsi un debito

Μεταφράσεις για addossarsi στο λεξικό Αγγλικά»Ιταλικά (Μετάβαση προς Ιταλικά»Αγγλικά)

Κι άλλες μεταφράσεις και εκφράσεις με τη λέξη που αναζητήσατε.
addossarsi, sobbarcarsi

addossarsi στο λεξικό PONS

Μεταφράσεις για addossarsi στο λεξικό Ιταλικά»Αγγλικά (Μετάβαση προς Αγγλικά»Ιταλικά)

I.addossare [ad·dos·ˈsa:·re] ΡΉΜΑ μεταβ

II.addossare [ad·dos·ˈsa:·re] ΡΉΜΑ αυτοπ ρήμα addossarsi

Μεταφράσεις για addossarsi στο λεξικό Αγγλικά»Ιταλικά (Μετάβαση προς Ιταλικά»Αγγλικά)

addossarsi Παραδείγματα από το λεξικό PONS (ελεγχόμενα από το λεξικογραφικό τμήμα)

addossarsi a qc
addossarsi la colpa di qc
addossarsi le spese di qc

Μονόγλωσσα παραδείγματα (μη ελεγχόμενα από το λεξικογραφικό τμήμα)

Ιταλικά
Quando quest'ultima viene ritrovata, tenta di addossarsi la colpa dell'omicidio, ma le prove sulla scena del delitto non collimano con la versione data dalla sospettata.
it.wikipedia.org

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Αναζητήστε "addossarsi" σε άλλες γλώσσες


Σελίδα στα Deutsch | Български | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Português | Русский | Slovenščina | Srpski