Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „ψώνισμα“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

ψώνισμα [ˈpsɔnizma] SUBST ουδ

ψώνισμα
Einkaufen ουδ

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский