Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „ψώνιο“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

ψώνιο [ˈpsɔniɔ] SUBST ουδ

1. ψώνιο (ό,τι αγοράστηκε):

ψώνιο
Einkauf αρσ

2. ψώνιο (κορόιδο):

ψώνιο
Trottel αρσ

ιδιωτισμοί:

Παραδειγματικές φράσεις με ψώνιο

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский