Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „φυσιολόγος“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

φυσιολόγος [fisiɔˈlɔɣɔs] SUBST mf

φυσιολόγος
Physiologe αρσ (Physiologin) θηλ

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский