Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „σαθρός“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

σαθρ|ός <-ή, -ό> [saˈθrɔs] ΕΠΊΘ

1. σαθρός (ξύλο):

σαθρός

2. σαθρός (τοίχος, κτίσμα):

σαθρός

3. σαθρός μτφ (επιχείρημα):

σαθρός

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский