Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „σάκα“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

σάκα [ˈsaka] SUBST θηλ

1. σάκα (μαθητική):

σάκα
Schultasche θηλ

2. σάκα (κυνηγού):

σάκα
Jagdtasche θηλ

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский