Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „πολυζήλευτος“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά

(Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

πολυζήλευτ|ος <-η, -ο> [pɔliˈzilɛftɔs] ΕΠΊΘ

πολυζήλευτος

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский