Ελληνικά » Γερμανικά

πολυεπίπεδ|ος <-η, -ο> [pɔliɛˈpipɛðɔs] ΕΠΊΘ (χώρος)

πολυεπίπεδος

πολυεπίπεδος ΕΠΊΘ

Καταχώριση χρήστη
πολυεπίπεδος (θέμα: πολύπλευρος) αμετάβλ μτφ

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский