Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „πολυετής“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

πολυετ|ής <-ής, -ές> [pɔliɛˈtis] ΕΠΊΘ

1. πολυετής (που διαρκεί πολλά χρόνια):

πολυετής

2. πολυετής (μακρόβιος):

πολυετής

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский