Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „πασχαλινός“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

πασχαλιν|ός <-ή, -ό> [pasxaliˈnɔs], πασχαλιάτικ|ος [pasxaˈʎatikɔs] <-η, -ο> ΕΠΊΘ

πασχαλινός
Oster-

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский