Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „μαράζι“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

μαράζι [maˈrazi] SUBST ουδ (θλίψη, μελαγχολία)

μαράζι
Kummer αρσ
τον έπιασε το μαράζι
τον τρώει το μαράζι
μαράζι το είχε να

Παραδειγματικές φράσεις με μαράζι

μαράζι το είχε να
τον έπιασε το μαράζι
τον τρώει το μαράζι

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский