Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „μέτρηση“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

μέτρησ|η <-εις> [ˈmɛtrisi] SUBST θηλ

1. μέτρηση (δωματίου, οικοπέδου):

μέτρηση
Ausmessung θηλ

2. μέτρηση (θερμοκρασίας, υγρασίας κτλ):

μέτρηση
Messung θηλ
μέτρηση
Messen ουδ
αντίστροφη μέτρηση
Count-down αρσ
απόλυτη μέτρηση
Messmethode θηλ
Messverfahren ουδ
Messgerät ουδ

Παραδειγματικές φράσεις με μέτρηση

μέτρηση θηλ πίεσης
μέτρηση θηλ δόνησης
μέτρηση θηλ σωματιδίων
αντίστροφη μέτρηση
Count-down αρσ
απόλυτη μέτρηση
μέτρηση θηλ βλαβερών ουσιών
μέτρηση θηλ με ραδιοσυχνότητες

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский