Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „καταπιεστής“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

καταπιεστής (καταπιέστρια) [katapiɛsˈtis, katapiˈɛstria] SUBST αρσ/θηλ (θηλ)

καταπιεστής (καταπιέστρια)
Unterdrücker(in) αρσ (θηλ)

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский