Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „κάτοχος“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

κάτοχος [ˈkatɔxɔs] SUBST mf

κάτοχος
Besitzer(in) αρσ (θηλ)
κάτοχος
Inhaber(in) αρσ (θηλ)

Παραδειγματικές φράσεις με κάτοχος

κάτοχος mf λογαριασμού
Kontoinhaber(in) αρσ (θηλ)
κάτοχος mf οχήματος
Fahrzeughalter(in) αρσ (θηλ)
κάτοχος mf αυτοκινήτου
Fahrzeughalter(in) αρσ (θηλ)
κάτοχος mf ζώου
Tierhalter(in) αρσ (θηλ)
Patentinhaber(in) αρσ (θηλ)

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский