Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „θώρακας“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

θώρακας [ˈθɔrakas] SUBST αρσ

1. θώρακας ΑΝΑΤ:

θώρακας
Brustkorb αρσ

2. θώρακας (προστατευτικό περίβλημα):

θώρακας
Panzer αρσ

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский