Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „θύτης“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

θύτης [ˈθitis] SUBST αρσ

1. θύτης (θυσιαστής, ιερέας):

θύτης
Opferpriester αρσ

2. θύτης (σε αντιδιαστολή με το θύμα):

θύτης
Täter αρσ

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский