Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „εισαγωγικά“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

εισαγωγικά [isaɣɔjiˈka] SUBST ουδ

εισαγωγικά
Anführungsstriche αρσ πλ
σε εισαγωγικά
βάζω κάτι σε εισαγωγικά

Παραδειγματικές φράσεις με εισαγωγικά

εισαγωγικά προϊόντα
Einfuhrwaren θηλ πλ
εισαγωγικά τέλη
Importabgaben θηλ πλ
σε εισαγωγικά
βάζω κάτι σε εισαγωγικά

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский