Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „δοξολογία“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά

(Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

δοξολογία [ðɔksɔlɔˈjia] SUBST θηλ

1. δοξολογία (ευχαριστήριος ύμνος):

δοξολογία
Lobgesang αρσ

2. δοξολογία (εκκλησιαστική τελετή):

δοξολογία

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский