Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „διαφιλονίκηση“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

διαφιλονίκησ|η <-εις> [ðiafilɔˈnicisi] SUBST θηλ

διαφιλονίκηση
Beanspruchung θηλ

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский