Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „αχνάρι“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά

(Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

αχνάρι [axˈnari], χνάρι [ˈxnari] SUBST ουδ

1. αχνάρι (ίχνος):

αχνάρι
Spur θηλ

2. αχνάρι (του ράφτη):

αχνάρι
Schnittmuster ουδ

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский