Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „απομονωτήριο“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά

(Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

απομονωτήριο [apɔmɔnɔˈtiriɔ] SUBST ουδ

1. απομονωτήριο (σε νοσοκομείο):

απομονωτήριο

2. απομονωτήριο (σε φυλακή):

απομονωτήριο
Einzelzelle θηλ

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский