ανακύκλωσ|η <-εις> [anaˈciklɔsi] SUBST θηλ
1. ανακύκλωση (απορριμμάτων, υλικών):
-
Recycling ουδ
-
Abfallrecycling ουδ
-
Glasrecycling ουδ
-
Kapitalrecycling ουδ
-
Papierrecycling ουδ
2. ανακύκλωση (περιοδική επανάληψη):
-
Kreislauf αρσ
3. ανακύκλωση ΑΕΡΟ:
-
Looping αρσ o ουδ