Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „αμηχανία“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

αμηχανία [amixaˈnia] SUBST θηλ

Παραδειγματικές φράσεις με αμηχανία

έδειχνε τόση αμηχανία που
μια σιωπή θηλ γεμάτη αμηχανία
φέρνω κάποιον σε αμηχανία,
βρίσκομαι σε αμηχανία
βρέθηκα σε αμηχανία

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский