Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „αμήχανος“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

αμήχαν|ος <-η, -ο> [aˈmixanɔs] ΕΠΊΘ

1. αμήχανος (από ντροπή):

αμήχανος
verlegener Blick αρσ

2. αμήχανος (που δεν ξέρει τι να κάνει):

αμήχανος
φαινόταν αμήχανος

Παραδειγματικές φράσεις με αμήχανος

φαινόταν αμήχανος

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский