Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „άσπαστος“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

άσπαστ|ος <-η, -ο> [ˈaspastɔs] ΕΠΊΘ

άσπαστος

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский